Μια παπαρούνα στο χωράφι
Ήταν άνοιξη. Η φύση καταπράσινη καμάρωνε
κάτω απ’ το φως του ήλιου. Χαιρόταν την ωραιότερη εποχή του χρόνου.
Σ’ ένα χωράφι μεγάλωνε ένα όμορφο και δυνατό
σιτάρι. Χόρευε με το τραγούδι του αγέρα. Έμοιαζε με μπαλαρίνα. Λικνιζόταν και
θαύμαζε την ομορφιά του κι έλεγε:
-Τι όμορφο φυτό είμαι!
Σήκωνε το κεφάλι του, κοιτούσε τον ήλιο
και παρακαλούσε:
-Ήλιε μου, ρίξε τις αχτίνες σου εδώ, να
μεγαλώσω ,να ψηλώσω, να δώσω χρυσό σιτάρι.
-Μη μιλάς έτσι, αντιμίλησε ο ήλιος. Εγώ
φροντίζω όλα τα πλάσματα, μην είσαι
εγωιστής.
Το σιτάρι όμως συνέχιζε. Κοίταζε το σύννεφο
κι έλεγε:
-Συννεφάκι
διψάω, ρίξε νερό να ξεδιψάσω.
-Η βροχή μου είναι για όλα τα φυτά και τα ζώα
,απαντούσε το σύννεφο.
Μετά έσκυβε το κεφάλι κάτω στο χώμα:
-Κοίτα να μου δώσεις όλα τα θρεπτικά συστατικά
, πρέπει να φτιάξω καρπό.
-Δεν είσαι το μοναδικό φυτό, έχω πολλά παιδιά,
του θύμιζε το χώμα.
Έτσι περνούσαν οι μέρες. Το σιτάρι θαρρούσε
πως ήταν το κέντρο του κόσμου. Ώσπου ένα
πρωινό, ξεπετάχτηκε στη μέση του χωραφιού μια κατακόκκινη παπαρούνα. Το σιτάρι
έμεινε έκπληκτο.
-Τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;
-φύσηξε
ο άνεμος και μ’ έφερε στα μέρη σας, δεν φταίω εγώ.
-Είσαι στο χωράφι μας, δεν έχεις καμιά θέση, της φώναζαν.
Κι έπειτα εμείς
είμαστε σπουδαία φυτά , χαρίζουμε το ψωμί στους ανθρώπους ,εσύ τι έχεις να
δώσεις;
-Είσαι
σπουδαίο φυτό. Εγώ ένα μικρό αγριολούλουδο…
-Α, κατάλαβα
βρήκες εύφορο έδαφος κι ήρθες να δυναμώσεις ,φώναξε το σιτάρι.
-Δεν θέλω να κλέψω τίποτα, είπε η παπαρούνα.
-Τότε τι θες; Αγρίεψε το σιτάρι.
- Υπάρχει λίγος χώρος για μένα; Παρακάλεσε.
-Θα το σκεφτώ ,είπε το σιτάρι.
Το βραδάκι
κάνανε συνέδριο. Το πιο ψηλό σιτάρι, πήρε το λόγο και είπε:
-Αδέρφια μου ησυχία. Όπως γνωρίζετε, σήμερα
είχαμε μια εχθρική εισβολή στα εδάφη μας. Παριστάνει την αθώα μα νομίζω πως
είναι ύπουλη.
-Ο γεωργός πάντα λέει : αχ, αυτά τα παλιόχορτα
, θα μου χαλάσουν τη σοδειά , είπε ένα άλλο.
-Σωστά μιλάς, αδερφέ. Τα ζιζάνια είναι
α-πει-λή. Ποιος ξέρει αν δεν έρθουν κι άλλα αγριολούλουδα; Μπορεί να είναι
μυστικός πράκτορας.
Παριστάνει
την καλή για να τη λυπηθούμε. Δεν ξέρουμε τι σχέδια πονηρά κρύβει στο
μυαλουδάκι της.
-Ναι, είναι μικρή με κόκκινα πέταλα, σε
ξεγελά,ε’ιπε ένα άλλο σιτάρι.
-Είναι
μεγάλη επαναστάτρια σας λέω. Ήρθε να ταράξει την ισορροπία ,την τάξη. Φορά αυτό
το προσωπείο, το αθώο βλέμμα, η γλυκιά φωνούλα. Είναι ψεύτρα ,να τη διώξουμε.
-Έχω ένα σχέδιο.Σκύψτε μη μας ακούσει και
δραπετεύσει,πρότεινε κάποιο άλλο.
Το άλλο πρωί, φυσούσε ένα δυνατό αεράκι. Τα
σιτάρια έγειραν κι έπεσαν πάνω στην παπαρούνα.
Σας παρακαλώ θα με πνίξετε , δεν μπορώ ν’
ανασάνω…
Τα σιτάρια
συνέχισαν να χορεύουν, μέχρι που η φωνή σταμάτησε.Τίποτα δεν έμεινε απ’ την
κόκκινη παπαρούνα.
Το σιτάρι
ένιωσε ανακούφιση. Το σχέδιο πέτυχε.Τώρα όλα ήταν στη θέση τους.
Το επόμενο πρωί ξύπνησαν , χαμογέλασαν και
κοίταξαν στο μέρος όπου είχε φυτρώσει η παπαρούνα. Μια δυσάρεστη έκπληξη τους
περίμενε. Το χωράφι είχε γεμίσει μικρές όμορφες παπαρούνες! Τι κακόγουστο
αστείο! Τότε μίλησε ο άνεμος.
-Φύσηξα κι οι σπόροι της παπαρούνας
σκορπίστηκαν παντού. Έτσι είναι η φύση. Ακολουθεί τους δικούς της νόμους
και πιστέψτε με αιώνες τώρα, δεν κάνει
λάθος. Πρέπει να δεχτείτε ειρηνικά τις νέες γειτόνισσες. Θα κάνετε παρέα , η
ζωή σας θα γίνει πιο όμορφη κι όταν περάσει ο καιρός και μαραθούν, θα σας
λείψουν.
Σοφά μίλησε ο άνεμος. Ο ήλιος τ’ άκουσε ,
κούνησε το κεφάλι του και συμφώνησε μ’ ένα χαμόγελο.
Τα σιτάρια το ξανασκέφτηκαν κι άλλαξαν γνώμη.
Καλωσόρισαν τις παπαρούνες κι έζησαν όμορφα κάτω απ’ τον γαλανό ουρανό.
ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ
ΖΩΗ
Το διήγημα
δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό:
<ΔΕΥΚΑΛΙΩΝΑΣ Ο
ΘΕΣΣΑΛΟΣ> ΤΕΥΧΟΣ 44-45 ΝΟΕΜΒΡΗΣ 2014
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου